Σελίδες

15.11.07

φωτια στο παπαδαριο......


22.9.07

Σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής







Ο Οθωμανός Σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής (τουρκ.: Fatih Sultan Mehmet, αραβικά: محمد ثانى, γνωστός και ως Μεχμέτ Φατίχ) βασίλεψε κατά τα διαστήματα 1444-1446 και 1451-1481. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Οθωμανούς Σουλτάνους, που ακόμη και σήμερα οι Τούρκοι θεωρούν ως μια από τις μεγαλύτερες μορφές στην ιστορία τους μετά τον Κεμάλ Ατατούρκ


Παιδική ηλικία
Ο Μωάμεθ γεννήθηκε στις 29 Μαρτίου του 1432 στην Αδριανούπολη, πρωτεύουσα τότε του Οθωμανικού κράτους. Ήταν τρίτος γιος του Σουλτάνου Μουράτ Β΄ και μιας χριστιανής σκλάβας. Σύμφωνα όμως με την τουρκική παράδοση η μητέρα του ήταν Τουρκάλα και ονομαζόταν Χούμα Χατίν, παράδοση που δεν την αναφέρει κανένας από τους συγχρόνους του ιστορικούς. Σε μικρή ηλικία έμεινε ορφανός από μητέρα και τον πήρε στην προστασία της η Μάρα, σύζυγος του Μουράτ και κόρη του ηγεμόνα των Σέρβων Γεωργίου Μπράνκοβιτς, πράγμα που θα τον κάνει να τρέφει σε όλη του τη ζωή βαθιά εκτίμηση προς το πρόσωπο της Μάρας. Σε ηλικία 11 ετών εστάλει ως κυβερνήτης στην Αμάσεια της Μικράς Ασίας, όπως ίσχυε τότε για τους Οθωμανούς πρίγκηπες.

Πρώτη Βασιλεία
Τον Αύγουστο του 1444, και αφού ο Μουράτ είχε κλείσει τα ανοιχτά μέτωπα κατά των Δυτικών στην Ευρώπη και των Τουρκομάνων εμίριδων στη Μικρά Ασία, αποφάσισε να παραιτηθεί υπέρ του Μωάμεθ και να αποσυρθεί στην Μαγνησία της Ιωνίας. Λίγο όμως μετά την άνοδό του στο θρόνο, ο νεαρός Μωάμεθ βρέθηκε αντιμέτωπος με έναν ισχυρό αντιτουρκικό σταυροφορικό συνασπισμό στην Ευρώπη και την επανάληψη των συγκρούσεων από τους Καραμανίδες εμίρηδες. Παράλληλα την περίοδο εκείνη ξέσπασε μια ενδοπαλατιανή σύγκρουση μεταξύ των φιλοπόλεμων υπουργών, υπό των Τουραχάν Μπέη και των διαλακτικών ειρηνόφιλων, υπό τον πανίσχυρο Μέγα Βεζύρη Χαλίλ Τσανταρλί Πασά. Τελικά ο Χαλίλ Τσανταρλί θα καταφέρει να προκαλέσει εξέγερση των γενιτσάρων κατά του νεαρού Σουλτάνου και της πολιτικής του, που βρισκόταν υπό την επιρροή των φιλοπολέμων, και να τον αναγκάσει να παραιτηθεί ζητώντας την επιστροφή του Μουράτ. Ο Μουράτ θα καταφέρει να περάσει με τον στρατό του τα Στενά και να ηγηθεί της αντεπίθεσης κατά των Σταυροφόρων και να τους νικήσει στη μάχη της Βάρνας.

Δεύτερη άνοδος στο θρόνο
Μετά την επιστροφή του πατέρα του ο Μωάμεθ παρέμεινε στην αφάνεια μέχρι το θάνατο του πατέρα του το 1451, οπότε επανήλθε στο θρόνο. Αναφέρεται πως κατά το διάστημα αυτό αρκετές φορές ο Μουράτ εκδήλωσε την επιθυμία να παραιτηθεί αλλά τον απέτρεπε ο Μέγας Βεζύρης.

Κατάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας
Από τη στιγμή της επιστροφής του στο θρόνο έθεσε ως στόχο την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης και των υπολειμμάτων της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Αρχικά επιδίωξε να ρυθμίσει όποιες εκρεμότητες υπήρχαν. Έτσι μετά από σύντομη εκστρατεία στη Μικρά Ασία, έκλεισε ειρήνη με τους καραμανίδες. Παράλληλα σύναψε νέα ειρήνη με τους Ούγγρους και ανανέωσε τις συνθήκες με τις ιταλικές δημοκρατείες, πετυχαίνοντας έτσι να απομονώσει το Βυζάντιο από κάθε πηγή ενισχύσεων. Τότε οι Βυζαντινοί διέπραξαν το μοιραίο λάθος να τον εκβιάσουν απειλώντας να ελευθερώσουν τον Οθωμανό πρίγκηπα που κρατούσαν αιχμάλωτο, ζητώντας την καταβολή χρηματικών ποσών. Αμέσως μετά τη ρύθμιση των ανοιχτών μετώπων, ο Μωάμεθ έφτασε στο Βόσπορο και οικοδόμησε ένα κάστρο, το Ρούμελη-Χισάρ ή λαιμοκοπιά, κλείνοντας έτσι το Βόσπορο για τα εχθρικά πλοία. Επίσης άρχισε την κατασκευή πολλών κανονιών, διαφόρου διαμετρήματος προκειμένου να καταστρέψει τα χιλιόχρονα τείχη της Πόλης. Τελικά τον Απρίλιο του 1453 έφτασε μπροστά στην Πόλη οδηγώντας ένα στρατό άνω των 100 χιλιάδων πολεμιστών. Μετά από σύντομη αλλά σκληρή πολιορκία, η Πόλη έπεσε στις 29 Μαΐου 1453 και επακολούθησε άγρια σφαγή. Γρήγορα όμως ο Μωάμεθ που είχε σαφώς εκδηλώσει την επιθυμία του να καταστήσει την Πόλη πρωτεύουσα του κράτους του άρχισε να την ανοικοδομεί, μεταφέροντας πληθυσμούς από άλλες περιοχές. Αργότερα άρχισε μια σειρά από εκστρατείες που οδήγησαν στην κατάλυση του Δουκάτου των Αθηνών, του Δεσποτάτου του Μυστρά, της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας και των φραγκικών ηγεμονιών του Αιγαίου. Μέχρι το 1461 σχεδόν όλος εκείνος ο γεωγραφικός χώρος που αποτελούσε τον πυρήνα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας είχε ενωθεί ξανά σε ένα νέο κράτος.

Κατακτήσεις στην Ασία
Κατά τα πρώτα χρόνια μετά την Άλωση εξεστράτευσε αρκετές φορές κατά των Τουρκομανικών εμιράτων, καταφέρνοντας να καταλύση την ηγεμονία των Καραμανιδών και να αποθήσει τις ορδές των Ασπροπροβατάδων του Ουζούν Χασάν από τη Μικρά Ασία. Με τις κατακτήσεις του αυτές οι διάδοχοί του θα βρεθούν αντιμέτωποι με τις δύο άλλες μεγάλες αυτοκρατορίες της Μέσης Ανατολής, τους Μαμελούκους της Αιγύπτου και τους Σαφαβήδες της Περσίας.

Κατακτήσεις στη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα
Ο Μωάμεθ νωρίς αντιλήφθηκε την ανάγκη δημιουργίας ισχυρού ναυτικού για να μην εξαρτάται από τις διαθέσεις των ιταλικών δημοκρατιών που κυριαρχούσαν ακόμη στην Ανατολική Μεσόγειο. Στη διαδικασία αυτή η Γένοβα ήταν ο πιο εύκολος αντίπαλος και γρήγορα κατάφερε να θέσει υπό τον έλεγχό του τις κυριότερες θέσεις τους (Γαλατάς, Λέσβος, νησιά θρακικού πελάγους, Αίνος, Κάφφα κ.α.). Μετά μάλιστα την κατάκτηση των γενοβέζικων θέσεων στην Κάφφα και στην υπόλοιπη Κριμαία κατάφερε να καταστήσει και το Χανάτο της Κριμαίας υπό την επικυριαρχία του. Ισχυρότερη αντίσταση συνάντησε από τη Βενετία η οποία ήταν αποφασισμένη να υπερασπιστεί με κάθε τρόπο την εκτεταμένη αποικιακή της αυτοκρατορία. Επί των ημερών του διεξήχθη ο πρώτος Βενετο-Τουρκικός πόλεμος που θα καταλήξει στη νίκη των Οθωμανών, οι οποίοι θα αποσπάσουν την Εύβοια, μερικά νησιά του Αιγαίου και κάποιες θέσεις στην Πελοπόννησο. Αργότερα, στα τελευταία χρόνια της βασιλείας του θα επιχειρήσει ανεπιτυχώς να καταλάβει και την Ρόδο από τους Ιωαννίτες Ιππότες.

Κατακτήσεις στα Βαλκάνια
Παρά τις συνθήκες του με τους Ούγγρους ο Μωάμεθ θα επιδιώξει γρήγορα να τους αποθήσει από τη βόρειο Βαλκανική, εγκαινιάζοντας έτσι μια μακρά σειρά πολεμικών συγκρούσεων. Αρχικά θα εισβάλλει στη Σερβία, καταλύοντας την ανεξαρτησία της. Έπειτα θα εισβάλλει στην Βλαχία για να εξουδετερώσει τον ηγεμόνα Βλαντ Τέπες (γνωστότερος ως Βλάντ ο Παλουκωτής ή Δράκουλας). Οι επανειλημμένες εκστρατείες του όμως θα αποτύχουν και τελικά θα αρκεστεί στην τοποθέτηση ενός πιστότερου ηγεμόνα, εκθρονίζοντας σε συνενόηση με ντόπιους άρχοντες τον Βλάντ. Παράλληλα για να εμποδίσει τους Ούγγρους να βοηθήσουν τους Βλάχους εισέβαλε στην Βοσνία καταλαμβάνοντας το Σεράγιεβο. Επίσης επιχείρησε να καταλάβει την Αλβανία, πράγμα που θα πετύχει μόνο 10 χρόνια μετά το θάνατο του ηγέτη των Αλβανών Γεωργίου Καστριώτη ή Σκεντέρμπεη, το 1478. Αποκορύφωμα της δράσης του ήταν η επίθεση στην Ιταλία και η κατάληψη του Οτράντο το 1480. Μόνο ο θάνατος στις 3 Μαΐου του 1481 και ενώ ετοίμαζε μια νέα εκστρατεία θα τον σταματήσει από το να ολοκληρώσει τα σχέδιά του που ήταν η κατάκτηση της Ρώμης.

Η στάση του έναντι των Χριστιανών
Ο Μωάμεθ Β΄μετά την κατάληψη της Κωνσταντινουπολης (1453) παραχώρησε σημαντικά προνόμια στο Οικουμενικό Πατριαρχείο σε μια προσπάθειά του να ελέγξει το χριαστινικό πληθυσμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.


ordo ab chao

2.9.07

ΕΜΠΡΗΣΤΕΣ!


ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΚΑΨΑΝ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΤΟΥ 2007


ΝΑ ΤΟΥΣ ΚΟΠΟΥΝ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΟΔΙΑ!!


ΑΝ ΠΕΣΟΥΝ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΜΟΥ ΘΑ ΚΑΛΟΠΕΡΑΣΟΥΝ


ordo ab chao

3.8.07

Εφιάλτης ο Ευρυδήμου


Ο Εφιάλτης ήταν αρχαίος Έλληνας που όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος παρουσιάστηκε στον Ξέρξη, του υπέδειξε τη στενή διάβαση (μονοπάτι) που έφερνε από το όρος Καλλίδρομο στις Θερμοπύλες και ανέλαβε να οδηγήσει από κει τους Πέρσες για να χτυπήσουν έτσι από τα νώτα τους Σπαρτιάτες του Λεωνίδα (480 π.Χ.). Η Δελφική Αμφικτιονία τον επικήρυξε. Και γι' αυτό ο Εφιάλτης είχε καταφύγει στη Θεσσαλία. Όταν έπειτα από χρόνια γύρισε στη πατρίδα του (Αντίκυρα Φωκίδας), ένας συμπατριώτης του, ο Αθηνάδης, τον αναγνώρισε και τον σκότωσε.



ordo ab chao

19.6.07

Θεοδόσιος Α'

Ο αυτοκράτορας Flavius Theodosius ή Θεοδόσιος Α' (Ισπανία 346Μιλάνο 395), o αποκαλούμενος "Μέγας", κάθισε στο θρόνο από το 379 έως το 395, μόνος αυτοκράτορας από το 392 και μετά, ενώ διαδοχικά συναυτοκράτορας με το Γρατιανό και Ουαλεντινιανό Β' μέχρι το 383 και κατόπιν μόνο με τον Ουαλεντινιανό Β'. Ικανότατος στρατιωτικός, ουσιαστικά άσκησε τη διοίκηση της αυτοκρατορίας όσο ο Ουαλεντινιανός Β' ήταν ανήλικος. Παντρεύτηκε την αδερφή του Ουαλεντινιανού Γάλλα, κόρη της Ιουστίνας. Καταγόταν από ρωμαϊκή οικογένεια της ιβηρικής χερσονήσου.
Αντιμετώπισε επιτυχώς τις βαρβαρικές εισβολές και την διείσδυση Γότθων κ.ά., οι οποίοι απειλούσαν ήδη την αυτοκρατορία με διάλυση (κάτι που για το δυτικό τμήμα του κράτους έγινε πραγματικότητα εκατό περίπου χρόνια μετά), και στερέωσε την αυτοκρατορία παραδίδοντας στους απογόνους κράτος στα όρια αυτού του Μεγάλου Κωνσταντίνου, με στρατιωτική και οικονομική ισχύ και, ακόμη περισσότερο, ενιαία και ισχυρή πολιτειακή ιδεολογία.

Στον οπισθότυπο του νομίσματος που κόπηκε από τον Ουαλεντινινό II, απεικονίζονται ο Ουαλεντινιανός και ο Θεοδόσιος με άλω και τα σύμβολα της σφαίρας και του σταυρού.

Ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος Ι με άλω, σε σύγχρονο αργυρό δίσκο (Βασιλική Ακαδημία Επιστημών, Μαδρίτη)
Κατά τη διάρκεια μιας λαϊκής εξέγερσης στη Θεσσαλονίκη και της δολοφονίας του επικεφαλής της φρουράς Γότθου Βουθέριχου το 389, έδωσε την εντολή για την εκτέλεση 7.000 αμάχων (ή 15.000 κατά τους Κεδρηνό, Θεοφάνη, Μωϋσή Χωρηνό). Για την πράξη του αυτή προέβη σε "δημόσια απολογία" μπροστά στον αρχιεπίσκοπο Μεδιολάνων Αμβρόσιο.
Στις 27 Φεβρουαρίου του 380 απαγόρευσε όλες τις Θρησκείες εκτός της χριστιανικής: «Επιθυμούμε όλα τα διάφορα υπήκοα έθνη... ν’ ακολουθούν την Θρησκεία που παραδόθηκε στους Ρωμαίους από τον άγιο απόστολο Πέτρο...» («Θεοδοσιανός Κώδιξ» 16. 1. 2). Στις 2 Μαΐου του επόμενου έτους εξέδωσε το λεγόμενο "έδικτο κατά των αποστατών" («Θεοδοσιανός Κώδιξ» 16. 7. 1) με το οποίο τιμωρούσε με πλήρη στέρηση δικαιωμάτων δικαιοπραξίας όλους τους πρώην χριστιανούς που επέστρεφαν στην Εθνική Θρησκεία. Στις 21 Δεκεμβρίου του 382 απαγόρευσε με ποινή θανάτου και δήμευση της περιουσίας των ενόχων Εθνικών (που χαρακτηρίζονται «παράφρονες» και «ιερόσυλοι»), κάθε μορφή θυσίας, μαντικής, ψαλμωδιών προς τιμή των Θεών ή τις απλές επισκέψεις σε αρχαίους Ναούς («Θεοδοσιανός Κώδιξ» 16. 10. 7).

Ο Θεοδόσιος προσφέρει δάφνινο στεφάνι στον νικητή. Βαθύ ανάγλυφο στη βάση του οβελίσκου του ιππόδρομου (Κωνσταντινούπολη)
Υποστηρίζεται ότι το 383 διέταξε την κατεδάφιση ή το σφράγισμα Εθνικών Ιερών και υπέγραψε νέα απαγόρευση των θυσιών, ενώ στις 24 Φεβρουαρίου του 391 ανανέωσε την πλήρη απαγόρευση των θυσιών, των επισκέψεων σε Εθνικούς Ναούς: "Κανείς δεν θα μολυνθεί με θυσίες και σφάγια, κανείς δεν θα πλησιάσει ή θα εισέλθει σε Ναούς, ούτε θα σηκώσει τα μάτια σε εικόνες φτιαγμένες από ανθρώπινο χέρι, διαφορετικά θα είναι ένοχος μπροστά στους ανθρώπινους και τους θεϊκούς νόμους" («Θεοδοσιανός Κώδιξ» 16. 10. 10).
Πάντως, σύμφωνα και με τις παραπομπές του (οπωσδήποτε όχι χριστιανού) Κυρ. Σιμόπουλου και άλλων ερευνητών, συγκεκριμένο διάταγμα για κατεδάφιση Ελληνικών ναών (με μικρή σχετικά εφαρμογή στην πράξη και αυτού ακόμη) εξεδόθη από τον Αρκάδιο και μετά, όχι από τον Μέγα Θεοδόσιο.
Στις 5 και 6 Σεπτεμβρίου του 394 εξουδετέρωσε την υπό τους Βίριο Νικόμαχο Φλαβιανό και Αρβογάστη τελευταία προσπάθεια των Ρωμαίων Εθνικών να σταματήσουν τον Χριστιανισμό, νικώντας τον στρατό τους στην φονική μάχη του Φρίγδου και εξοντώνοντας μετά όλους τους πρωτεργάτες της ανταρσίας.
Η βασιλεία του Θεοδοσίου δεν παρουσιάζει συνταρακτικές επιτυχίες, ωστόσο ήλθε σε εποχή εξαιρετικά δύσκολη για την Αυτοκρατορία, και συνετέλεσε αποφασιστικά στη διάσωσή της. Ήταν ικανός στρατηλάτης και διπλωμάτης και σε όλη την διάρκεια της βασιλείας του πολεμούσε συνεχώς με επιτυχία εναντίον εξωτερικών εχθρών. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του ακολούθησε αδιάλλακτη θρησκευτική πολιτική στη διάρκεια της οποίας έθεσε εκτός νόμου τις αρχαίες λατρείες. Η αρχαία θρησκεία επέζησε βέβαια τουλάχιστον ως την εποχή του Ιουστινιανού.
Έως σήμερα είναι διαδεδομένη η άποψη ότι ο Μέγας Θεοδόσιος απαγόρευσε την τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων, με την αιτιολογία ότι είχαν πάρει πλέον μια καθαρά ωφελιμιστική κατεύθυνση, με επιδείξεις μονομάχων, θεάματα τσίρκων και εκτεταμένο επαγγελματισμό, θεάματα που ήταν ασύμβατα με την νοοτροπία του Χριστιανισμού. ("Η μεγαλύτερη ευεργεσία για τους Ολυμπιακούς Αγώνες", γράφει ο π. Γ. Μεταλληνός στο έργο του "Παγανιστικός Ελληνισμός ή Ελληνορθοδοξία;", "ήταν η παύση τους ["στο πλαίσιο όμως της απαγορεύσεως κάθε εθνικής θρησκευτικής εκδηλώσεως", σημειώνει και παραπέμπει], όπως είχαν καταντήσει".) Σύμφωνα με έρευνες νεωτέρων βυζαντινολόγων (Howell, Robinson κ.ά.· βλ. και Κορομηλά Μαριάννα, "Εν τω Σταδίω"), όμως, δεν απαγόρευσε ο Μέγας Θεοδόσιος τους Ολυμπιακούς Αγώνες, αλλά απλώς απαγόρευσε τις θυσίες κατά την διάρκειά τους. Μάλιστα, οι Αγώνες συνεχίστηκαν για περίπου 30 χρόνια ακόμη και ο λόγος που έσβησαν (όχι διεκόπησαν - οι συγκεκριμένοι ιστορικοί ομιλούν για φθορά και σβήσιμο) ήταν η έλλειψη χρημάτων (χορηγών) και κάποιες φυσικές καταστροφες, όπως η πυρκαγιά στον ναό στης Ολυμπίας.
Ο Θεοδόσιος θέλοντας να εξουδετερώσει την εσωτερική διάσπαση του χριστιανισμού, συγκάλεσε, όπως και ο Κωνσταντίνος, σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη (Β’ Οικουμενική) το 381 για την καταπολέμηση των Αρειανών –που δεν είχαν εκλείψει– η οποία συμπλήρωσε το Σύμβολο της Πίστης.
Πεθαίνοντας ο Θεοδόσιος τον Ιανουάριο του 395, σε ηλικία 50 ετών, κληροδότησε την αυτοκρατορία στους δύο γιους του: στον Αρκάδιο, το ανατολικό τμήμα και στον Ονώριο το δυτικό. Από τότε τα δύο τμήματα της αυτοκρατορίας ακολούθησαν διαφορετικές πορείες, γι’ αυτό πολλοί ιστορικοί θεωρούν το έτος 395 απαρχή της βυζαντινής ιστορίας.